Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής
Τα ουσιαστικά
Θηλυκά ισοσύλλαβα και ανισοσύλλαβα σε -α
|
Ενικός αριθμός
|
Πληθυντικός αριθμός
|
Ονομ.
|
η ελιά
|
η γιαγιά
|
οι ελιές
|
οι γιαγιάδες
|
Γεν.
|
της ελιάς
|
της γιαγιάς
|
των ελιών
|
των γιαγιάδων
|
Αιτ.
|
την ελιά
|
τη γιαγιά
|
τις ελιές
|
τις γιαγιάδες
|
Κλητ.
|
ελιά
|
γιαγιά
|
ελιές
|
γιαγιάδες
|
Iσοσύλλαβα θηλυκά σε –η
|
Ενικός αριθμός
|
Πληθυντικός αριθμός
|
Ονομ.
|
η τροφή
|
η γεύση
|
οι τροφές
|
οι γεύσεις
|
Γεν.
|
της τροφής
|
της γεύσης
|
των τροφών
|
των γεύσεων
|
Αιτ.
|
την τροφή
|
τη γεύση
|
τις τροφές
|
τις γεύσεις
|
Κλητ.
|
τροφή
|
γεύση
|
τροφές
|
γεύσεις
|
Υποκοριστικά ουσιαστικά
Οι λέξεις που δείχνουν ότι κάτι είναι μικρό λέγονται υποκοριστικά.
Σχηματίζουμε υποκοριστικά με τις καταλήξεις :
-άκι, -άκος, -ούλα, -ίτσα, -άκης, -ούλης
Τα αριθμητικά
Τα επίθετα που δηλώνουν αριθμούς λέγονται αριθμητικά.
Α. Τα αριθμητικά επίθετα που φανερώνουν ορισμένο πλήθος από πρόσωπα, ζώα ή πράγματα λέγονται απόλυτα, π.χ. δώδεκα μαθητές, μια πέτρα.
Από τα απόλυτα αριθμητικά κλίνονται μόνο τα:
ένας, μία - μια, ένα
τρεις, τρεις, τρία
τέσσερις, τέσσερις, τέσσερα
ένας, μια, ένα
Ενικός αριθμός
|
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
ένας
|
μία, μια
|
ένα
|
ενός
|
μιας
|
ενός
|
ένα(ν)
|
μία, μια
|
ένα
|
τρία, τέσσερα
Πληθυντικός αριθμός
|
Αρσενικό & Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
Αρσενικό & Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
τρεις
|
τρία
|
τέσσερις
|
τέσσερα
|
τριών
|
τριών
|
τεσσάρων
|
τεσσάρων
|
τρεις
|
τρία
|
τέσσερις
|
τέσσερα
|
Β. Τα αριθμητικά επίθετα που φανερώνουν τη σειρά, την τάξη λέγονται τακτικά και τα περισσότερα τελειώνουν σε –(τ)ος, -(τ)η, -(τ)ο, π.χ. πρώτος μήνας, τρίτο πάτωμα.
Πολλές φορές χρησιμοποιούμε τα αριθμητικά σαν πρώτα συνθετικά και σχηματίζουμε σύνθετες λέξεις.
Η μορφή που μπορούν να πάρουν τα απόλυτα αριθμητικά, όταν είναι α΄ συνθετικά σε λέξεις είναι:
Το ένας, μία, ένα
|
γίνεται μονό-
|
μονόδρομος
|
Το δύο
|
δι-
|
δίκοπο
|
δισ-
|
δισέγγονος
|
Το τρία
|
τρι-
|
τρίγωνο
|
τρισ-
|
τρισχαριτωμένος
|
Το τέσσερα
|
τετρα-
|
τετράγωνος
|
Από το πέντε ως το ενενήντα εννέα έχουν συνδετικό φωνήεν α.
πέντε- πεντ-ά-γωνο, επτά- επτ-ά-γωνο, εξήντα- εξηντ-ά-χρονος κτλ.
Οι αντωνυμίες
Οι λέξεις που μπαίνουν αντί για ονόματα λέγονται αντωνυμίες.
Aυτοπαθείς Aντωνυμίες
Ενικός αριθμός
|
|
Α΄ πρόσωπο
|
Β΄ πρόσωπο
|
Γ΄ πρόσωπο
|
αρσενικό
|
θηλυκό
|
ουδέτερο
|
Ονομ.
|
ο εαυτός μου
|
ο εαυτός σου
|
ο εαυτός του
|
ο εαυτός της
|
ο εαυτός του
|
Γεν.
|
του εαυτού μου
|
του εαυτού σου
|
του εαυτού του
|
του εαυτού της
|
του εαυτού του
|
Αιτ.
|
τον εαυτό σου
|
τον εαυτό μου
|
τον εαυτό του
|
τον εαυτό της
|
τον εαυτό του
|
Πληθυντικός αριθμός
|
Ονομ.
|
ο εαυτός μας
|
ο εαυτός σας
|
ο εαυτός τους
|
Γεν.
|
του εαυτού μας
ή
των εαυτών μας
|
του εαυτού σας
ή
των εαυτών σας
|
του εαυτού τους
ή
των εαυτών τους
|
Αιτ.
|
τον εαυτό μας
ή
τους εαυτούς μας
|
τον εαυτό σας
ή
τους εαυτούς σας
|
τον εαυτό τους
ή
τους εαυτούς τους
|
Οι λέξεις που χρησιμοποιούμε, όταν ρωτάμε, λέγονται ερωτηματικές αντωνυμίες. Οι ερωτηματικές αντωνυμίες είναι: Το άκλιτο τι, ποιος, ποια, ποιο, πόσος, πόση, πόσο.
Eρωτηματικές Aντωνυμίες
|
Ενικός αριθμός
|
Πληθυντικός αριθμός
|
Ονομ.
|
ποιος
|
ποια
|
ποιο
|
ποιοι
|
ποιες
|
ποια
|
Γεν.
|
ποιου ή
ποιανού
|
ποιας ή
ποιανής
|
ποιου ή
ποιανού
|
ποιων ή
ποιανών
|
ποιων ή
ποιανών
|
ποιων ή
ποιανών
|
Αιτ.
|
ποιο(ν)
|
ποια(ν)
|
ποιο
|
ποιους
|
ποιες
|
ποια
|
Αόριστες λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν αόριστα, δηλαδή χωρίς να τα ονομάζουν, ένα πρόσωπο, ένα ζώο ή ένα πράγμα.
Οι αόριστες αντωνυμίες είναι:
ένας, μια, ένα (κλίνεται μόνο στον ενικό αριθμό και είναι ίδια με το αριθμητικό και με το αόριστο άρθρο)
κανένας (κανείς), καμιά (καμία), κανένα (κλίνεται μόνο στον ενικό αριθμό)
κάθε (δεν κλίνεται και συνηθίζεται να χρησιμοποιείται σαν επίθετο) -
καθένας, καθεμιά (καθεμία), καθένα (κλίνεται μόνο στον ενικό αριθμό)
κάποιος, κάποια, κάποιο -κάμποσος, κάμποση, κάμποσο -άλλος, άλλη, άλλο
μερικοί, μερικές, μερικά (κλίνεται μόνο στον πληθυντικό αριθμό)
κάτι, κατιτί, καθετί ,τίποτε (τίποτα), ο, η, το δείνα, ο, η, το τάδε (δεν κλίνονται)
Τα ρήματα
Xρησιμοποιούμε χρόνο αόριστο για να δείξουμε ότι κάτι έγινε στο παρελθόν, χωρίς να μας ενδιαφέρει η διάρκειά του.
Xρησιμοποιούμε χρόνο συνοπτικό μέλλοντα για να δείξουμε ότι κάτι θα γίνει στο μέλλον, χωρίς να μας ενδιαφέρει η διάρκειά του.
Xρησιμοποιούμε χρόνο παρακείμενο για να δείξουμε ότι κάτι άρχισε στο παρελθόν και έχει τελειώσει τη στιγμή που μιλάμε.
Xρησιμοποιούμε χρόνο υπερσυντέλικο για να δείξουμε ότι κάτι άρχισε στο παρελθόν και έχει τελειώσει πριν γίνει κάτι άλλο.
Eνεργητική φωνή
|
Οριστική
|
Ενεστώτας
|
Παρατα-τικός
|
Αόριστος
|
ΣυνοπτικόςΜέλλοντας
|
Παρα-κείμενος
|
Υπερσυ-ντέλικος
|
δένω
|
έδενα
|
έδεσα
|
θα δέσω
|
έχω δέσει
|
είχα δέσει
|
δένεις
|
έδενες
|
έδεσες
|
θα δέσεις
|
έχεις δέσει
|
είχες δέσει
|
δένει
|
έδενε
|
έδεσε
|
θα δέσει
|
έχει δέσει
|
είχε δέσει
|
δένουμε
|
δέναμε
|
δέσαμε
|
θα δέσουμε
|
έχουμε δέσει
|
είχαμε δέσει
|
δένετε
|
δένατε
|
δέσατε
|
θα δέσετε
|
έχετε δέσει
|
είχατε δέσει
|
δένουν
|
έδεναν
|
έδεσαν
|
θα δέσουν
|
έχουν δέσει
|
είχαν δέσει
|
Παθητική φωνή
|
Οριστική
|
Ενεστώτας
|
Παρατα-τικός
|
Αόριστος
|
ΣυνοπτικόςΜέλλοντας
|
Παρα-κείμενος
|
Υπερσυ-ντέλικος
|
δένομαι
|
δενόμουν
|
δέθηκα
|
θα δεθώ
|
έχω δεθεί
|
είχα δεθεί
|
δένεσαι
|
δενόσουν
|
δέθηκες
|
θα δεθείς
|
έχεις δεθεί
|
είχες δεθεί
|
δένεται
|
δενόταν
|
δέθηκε
|
θα δεθεί
|
έχει δεθεί
|
είχε δεθεί
|
δενόμαστε
|
δενόμαστε
|
δεθήκαμε
|
θα δεθούμε
|
έχουμε δεθεί
|
είχαμε δεθεί
|
δένεστε
|
δενόσαστε
|
δεθήκατε
|
θα δεθείτε
|
έχετε δεθεί
|
είχατε δεθεί
|
δένονται
|
δένονταν
|
δέθηκαν
|
θα δεθούν
|
έχουν δεθεί
|
είχαν δεθεί
|
Ο αόριστος στην υποτακτική έγκλιση και στην προστακτική έγκλιση της παθητικής φωνής:
Παθητική φωνή
|
Αόριστος
|
Υποτακτική
|
Προστακτική
|
(να) δεθώ
|
–
|
(να) δεθείς
|
δέσου
|
(να) δεθεί
|
–
|
(να) δεθούμε
|
–
|
(να) δεθείτε
|
δεθείτε
|
(να) δεθούν
|
–
|
Τα επιρρήματα
Οι άκλιτες λέξεις που προσδιορίζουν κυρίως τα ρήματα και φανερώνουν τόπο, χρόνο, τρόπο, ποσό, κ.ά. λέγονται επιρρήματα.
Τα επιρρήματα που μας φανερώνουν χρόνο λέγονται χρονικά και απαντούν στην ερώτηση: πότε;
τώρα, πριν, χτες, αύριο, πέρσι, φέτος, κάποτε, αρχικά, μετά, κατόπιν, ύστερα, τέλος, ποτέ, κάπου κάπου, κ.ά.
Πότε;
Ο τρόπος
Για να εκφράσουμε τον τρόπο, δηλαδή να απαντήσουμε στην ερώτηση πώς, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε:
- τροπικά επιρρήματα π.χ. έτσι, μαζί, αλλιώς, καλά, βιαστικά, κτλ.
- εκφράσεις που δηλώνουν τρόπο π.χ. σιγά σιγά, έτσι κι αλλιώς, έτσι κι έτσι, κτλ.
- μετοχές του ενεστώτα της ενεργητικής φωνής που τελειώνουν σε –οντας ή –ώντας.
π.χ. Έφτασα στο σπίτι τρέχοντας και τραγουδώντας.
- λέξεις που συνοδεύονται από προθέσεις.
π.χ. Πέρασε το δρόμο με προσοχή. Έκοψε το ψωμί χωρίς μαχαίρι.
Προθέσεις είναι οι άκλιτες λέξεις που μπαίνουν μπροστά από άλλες λέξεις και φανερώνουν μαζί τους τρόπο, τόπο, χρόνο, ποσό, αιτία, κτλ. Οι προθέσεις είναι: Mονοσύλλαβες: με, σε, για, ως, προς, Δισύλλαβες: μετά, παρά, αντί, από, κατά, δίχως, χωρίς, Tρισύλλαβη: ίσαμε
Χρονικές προτάσεις
Η λέξη, η οποία δηλώνει το χρόνο που συνέβη κάτι, είναι χρονικός σύνδεσμος.
Γι' αυτό και η πρόταση που ξεκινάει με τους χρονικούς συνδέσμους, λέγεται χρονική πρόταση.
Χρονικοί σύνδεσμοι είναι οι λέξεις: όταν, σαν, ενώ, καθώς, αφού, αφότου, μόλις, προτού, ώσπου, ωσότου, όσο που, όποτε.
Οι άκλιτες λέξεις που συνδέουν τις προτάσεις λέγονται σύνδεσμοι
Το ασύνδετο σχήμα
Όταν λέξεις ή προτάσεις τοποθετούνται η μια δίπλα στην άλλη, χωρίς να υπάρχουν ανάμεσά τους σύνδεσμοι (και, αλλά κτλ.), αλλά χωρίζονται μεταξύ τους με κόμμα(,), λέμε ότι έχουμε ασύνδετο σχήμα.
Ο ευθύς και ο πλάγιος λόγος
Στον ευθύ λόγο ακούμε ή διαβάζουμε τα λόγια κάποιου,όπως ακριβώς τα είπε.
Στον πλάγιο λόγο ακούμε ή διαβάζουμε τα λόγια κάποιου, όχι ακριβώς όπως τα είπε, αλλά όπως μας τα μεταφέρει ένα άλλο πρόσωπο.
Τα πάθη των φωνηέντων
Όταν μια λέξη τελειώνει σε φωνήεν και η λέξη που ακολουθεί αρχίζει από φωνήεν,
μερικές φορές χάνεται το τελικό φωνήεν της προηγούμενης λέξης. Τότε λέμε ότι η λέξη παθαίνει έκθλιψη π.χ. θα αρχίσω → θ' αρχίσω.
μερικές φορές χάνεται το αρχικό φωνήεν της επόμενης λέξης. Τότε λέμε ότι η λέξη παθαίνει αφαίρεση π.χ. τα έφερε → τα 'φερε.
Όταν μια λέξη τελειώνει σε φωνήεν και η λέξη που ακολουθεί αρχίζει από σύμφωνο, μερικές φορές χάνεται το τελικό φωνήεν της προηγούμενης λέξης. Τότε λέμε ότι η λέξη παθαίνειαποκοπή. π.χ. κόψε το → κόψ' το
Ο σύνδεσμος και, όταν παθαίνει έκθλιψη, γράφεται κι π.χ. και άλλη → κι άλλη
Το επίρρημα μέσα, όταν παθαίνει έκθλιψη, γράφεται → μέσ' π.χ. μέσα από → μέσ' από ενώ, όταν παθαίνει αποκοπή, γράφεται → μες π.χ. μέσα στο σπίτι → μες στο σπίτι
Το τελικό (ν)
Μερικές λέξεις άλλοτε διατηρούν το τελικό ν και άλλοτε όχι. Οι λέξεις αυτές είναι:
Τα άρθρα το(ν), τη(ν), ένα(ν)
Το αριθμητικό ένα(ν)
Η προσωπική αντωνυμία αυτή(ν) - τη(ν)
Οι άκλιτες λέξεις δε(ν), μη(ν).
Οι λέξεις αυτές διατηρούν το τελικό ν όταν η λέξη που ακολουθεί αρχίζει από:
τα φωνήεντα: α, ε, η, ι, ο, υ, ω
τα σύμφωνα: κ, π, τ
τα δίψηφα σύμφωνα: μπ, ντ, γκ, τσ, τζ
τα διπλά σύμφωνα: ξ, ψ
Διατηρούν πάντα το τελικό ν:
|